Η κατάσταση της Ήπειρου κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου υπήρξε καταστροφική, με πλήθος αμάχων να χάνουν τη ζωή τους, ενώ άλλοι υφίσταντο ομηρίες και λεηλασίες. Οι κυριότερες περιοχές που επλήγησαν ήταν τα χωριά της ελληνοαλβανικής μεθορίου, όπως το Πωγώνι, η Κόνιτσα και χωριά της Θεσπρωτίας, που βίωσαν σοβαρές δοκιμασίες από την αρχή του πολέμου.
Σύμφωνα με την Έκθεση της Επιτροπής Εξακρίβωσης Ζημιών, η οποία ιδρύθηκε κατόπιν απόφασης του υπουργικού Συμβουλίου, το μέγεθος των ζημιών ήταν συντριπτικό. «Η δυστυχισμένη Ήπειρος πλήρωσε ακριβά… Είναι ανατριχιαστική η φωνή των ξηρών αριθμών» δήλωσε ο Νικόλαος Γεωργιάδης, μέλος της Επιτροπής. Ο υπουργός Παιδείας, Δημήτριος Μπαλάνος, ανακοίνωσε τη σύσταση μιας Επιτροπής που θα ερευνούσε τις ζημιές και τις ωμότητες που υπήρξαν κατά την ιταλική και γερμανική Κατοχή.
Η Επιτροπή εργάστηκε στην Ήπειρο το διάστημα από 3 έως 29 Ιουλίου 1945, καταγράφοντας τις συνθήκες που επικρατούσαν εκεί. Στις πρώτες γραμμές του μετώπου βρίσκονταν τα χωριά της Κόνιτσας. Το Αηδονοχώρι, που γειτνίαζε με τα αλβανικά σύνορα, ήρθε αντιμέτωπο με τα πρώτα πλήγματα και λεηλατήθηκε από τους Ιταλούς και άτακτους Αλβανούς, οι οποίοι άφησαν πίσω τους μόνο ερείπια.
Στο χωριό Μάζι, οι Ιταλοί λεηλάτησαν σπίτια και άρπαξαν το ζωικό κεφάλαιο, ενώ 40 κάτοικοι απήχθησαν και επέστρεψαν δύο χρόνια αργότερα. Βομβαρδισμούς και καταστάσεις τρόμου βίωσαν και οι κάτοικοι χωριών όπως το Ελεύθερο και η Αγία Βαρβάρα. Στο Πύργο (Στράτσιανη), οι Ιταλοί λεηλάτησαν το χωριό και, κατά τη διάρκεια βομβαρδισμού, έχασαν τη ζωή τους 8 κατοίκοι.
Η κωμόπολη της Κόνιτσας, με 630 οικογένειες, δέχτηκε βαριά πλήγματα από τους Ιταλούς στρατιώτες, που προχώρησαν σε διαρρήξεις και πυρπολήσεις καταστημάτων. Πολλοί κάτοικοι συνελήφθησαν ως όμηροι και οδηγήθηκαν στην Αλβανία. Μετά την έλευση της ιταλικής Κατοχής, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά φαινόμενα ήταν οι πιέσεις και οι κακοποιήσεις των κατοίκων από τους Ιταλούς.
Η Έκθεση της Επιτροπής περιλαμβάνει λεπτομερή αναφορά για τις φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν και οι συνέπειες του πολέμου συνεχίζουν να είναι αισθητές μέχρι σήμερα. Πηγή: ethnos.gr